Λοιπόν, έμαθα!


Μια από τις πιο επιτυχημένες προπονήτριες στο μπάσκετ γυναικών. Μια θρυλική μορφή των ευρωπαϊκών γηπέδων που το 2019 τιμήθηκε με την εισαγωγή της στο FIBA Hall of Fame. Στην αρχή της νέας σεζόν, που μάλλον είναι και η τελευταία της στους πάγκους, η Natália Hejková διηγήθηκε την ιστορία της για λογαριασμό της τσέχικης ιστοσελίδας Bez frází. Η απόδοση του κειμένου έγινε κάπως ελεύθερα μέσω αγγλικής μετάφρασης. Θερμές ευχαριστίες στον Τσέχο φίλο Pavel για τη βοήθεια…

Μέρος πρώτο

Στην αρχή ήταν για ένα ματς.

Μόνο ένα.

"Έλα και δοκίμασέ το", είπε ο γενικός διευθυντής Josef Smolek, όταν δεν μπορούσε να βρει γρήγορα τον κατάλληλο υποψήφιο για την κενή θέση προπονητή στη Ružomberok. Το Σαββατοκύριακο παιζόταν ένας ακόμη γύρος του πρωταθλήματος μπάσκετ. Την προηγούμενη χρονιά είχα σταματήσει την καριέρα μου ως παίκτριας, κι επειδή είχα μια καλή δουλειά στην πόλη, άρχισα να προπονώ παιδιά εκεί κοντά. Έτσι όταν προέκυψε το κενό στη γυναικεία ομάδα και χρειαζόταν γρήγορα ένας αντικαταστάτης, δέχτηκα την πρόκληση. Ο Josef ήξερε πώς συμβούλευα τα υπόλοιπα κορίτσια ως μεγαλύτερη παίκτρια και πίστεψε ότι θα μπορούσα να ηγηθώ για λίγο.

Το δοκίμασα, δεν είχα τίποτα να χάσω. Και κερδίσαμε το πρώτο παιχνίδι.

Αλλά νέος προπονητής δεν βρισκόταν κι έτσι συνέχισα μέχρι το τέλος του μήνα.

Και μέχρι το τέλος του επόμενου.

Στο τέλος, ολοκλήρωσα τη σεζόν.

Ο Josef έψαχνε στ’ αλήθεια για κάποιον άλλο, ήμουν μαζί του σε κάποιες συναντήσεις. Αλλά δεν ικανοποιούνταν με κανέναν, ούτε όμως πιεζόταν γιατί όλο κερδίζαμε. Κι εγώ δεν αισθανόμουν κάποια πίεση. Καθοδηγούσα τα κορίτσια με τα οποία πριν ήμουν συμπαίκτρια και έμπαινα στο γήπεδο ξέροντας ότι έτσι κι αλλιώς κάποτε θα τελειώσουν όλα.

Αλλά δεν τέλειωσαν. Ολοκληρώσαμε τη σεζόν κερδίζοντας την άνοδο από τη Β΄ Κατηγορία. Και μετά ήρθε η πρόταση να μείνω για τα καλά.

Το καλοκαίρι του 1979 έφυγα από το Πανεπιστήμιο της Πράγας για το Ρουζόμπεροκ για να παίξω εκεί για δύο χρόνια. Έμεινα στην ομάδα ως προπονήτρια για 16. Και όλο αυτό το διάστημα δίχως να υπογράψω κανένα συμβόλαιο, μόνο με μια χειραψία. Ήδη τη δεύτερή μου χρονιά τερματίσαμε στην έκτη θέση του εθνικού πρωταθλήματος, την τρίτη πήραμε το χάλκινο μετάλλιο και για τα επόμενα 13 χρόνια παίρναμε μόνο το χρυσό σε όλες τις εγχώριες διοργανώσεις. Επιπλέον, κατακτήσαμε δύο τίτλους και δύο χάλκινα μετάλλια στην Ευρωλίγκα.

Ο Josef κι εγώ "τρέχαμε" τα πάντα. Πάνω από μας ήταν μόνο ο ιδιοκτήτης που μας πλήρωνε, αλλά εμείς αποφασίζαμε για όλα. Χτίσαμε κάτι που πιθανότατα δεν θα επαναληφθεί ποτέ σε αυτό το επίπεδο.

Αν δεν μας είχαν αναστατώσει διάφορα γεγονότα, μάλλον θα είχα μείνει στη Ružomberok για όλη μου τη ζωή. Αλλά ο Θεός είχε διαφορετική άποψη. Και κατάλαβα ότι μπορώ να προσαρμοστώ γρήγορα οπουδήποτε στον κόσμο. Γιατί αν κάτι τελειώνει άσχημα, ανοίγει ωστόσο την πόρτα σε κάτι άλλο, συχνά καλύτερο.



"Ποιος από σας είναι ο προπονητής;", ρώτησε ο Aldo Corno, ένας από τους καλύτερους Ευρωπαίους προπονητές εκείνης της εποχής. Το 1992-93, όταν περάσαμε για πρώτη φορά από τον όμιλο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών (όπως λεγόταν τότε η σημερινή Ευρωλίγκα), ο Corno ήταν προπονητής της ιταλικής Como. Κατευθύνθηκε σε μας πριν το πρώτο ματς, χωρίς να έχει ιδέα ούτε ποιοι είμαστε ούτε πού βρίσκεται η πόλη που εκπροσωπούσαμε.

Ρώτησε και μετά κοίταξε τον Josef. Αλλά εκείνος έδειξε εμένα.

Ο Corno με κοίταξε με ένα συγκαταβατικό βλέμμα και κούνησε το κεφάλι του λέγοντας: "Καλή μου…, μάθε".

Δεν ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που είδα κάτι τέτοιο ούτε και η τελευταία.

Το να είσαι γυναίκα προπονήτρια σε ομαδικό άθλημα εκείνη την εποχή δεν ήταν κάτι συνηθισμένο ούτε στη Σλοβακία ούτε στην Ευρώπη. Όσο θυμάμαι, η μόνη γυναίκα προπονήτρια που υπήρχε τότε ήταν πολύ μακριά, η κυρία Alekseyeva στη Σοβιετική Ένωση. Φορούσε μεγάλες και φαρδιές φούστες, είχε ξανθιά οξυζενέ μαλλιά και μάζευε νίκες σε κάθε διοργάνωση που συμμετείχε. Καμία άλλη όμως. Πουθενά. Οι ομάδες είχαν όλες άνδρες προπονητές.

Στην Αμερική ήταν διαφορετικά. Όταν πηγαίναμε για φιλικά παιχνίδια προετοιμασίας με τα κολέγια, εκτός από ενδιαφέρουσες και εμπνευστικές προπονήσεις, συναντούσα στον πάγκο γυναίκες σε ένα ποσοστό 90%. Οι άνδρες ξεκίνησαν αργότερα να συμμετέχουν, όταν ο κολεγιακός αθλητισμός άρχισε να δίνει περισσότερα χρήματα.

Στην Αμερική αισθανόμουν φυσιολογική. Υπό μία έννοια θα έλεγα πως λειτούργησα ως πρωτοπόρα στο να δείξω στις άλλες γυναίκες ότι μπορούν να κάνουν αυτή τη δουλειά. Ακόμη και σήμερα νομίζω ότι πέρα από τα ατομικά χαρίσματα και τις ικανότητες, αποφασιστικό ρόλο στο να γίνει κανείς προπονητής παίζει η αλληλεπίδραση διαφόρων συμπτώσεων. Οι περισσότερες γυναίκες εργάζονται σε ομάδες υποδομών, όπου προπονούνται συχνά τα παιδιά τους. Ακόμη και τώρα δυσκολεύονται να φτάσουν σε ένα επαγγελματικό επίπεδο.

Πραγματικά, ένας Θεός ξέρει πού θα βρισκόμουν αν δεν είχα πάντοτε μαζί μου τον Josef να φυλάει τα νώτα μου. Αρχικά, αντιμετώπισε όλες τις συγκρούσεις για τις οποίες εγώ δεν ήμουν προετοιμασμένη. Όπως όταν πετάξαμε εκτός ομάδας μια παίκτρια. Ήξερα ότι έπρεπε να φύγει, αλλά δεν μπορούσα να το κάνω, και ήταν εκείνος που με έκανε να πιστέψω ότι έπρεπε όντως να τη διώξουμε. Έτσι ανέλαβε να μιλήσει εκείνος στην παίκτρια ως τεχνικός διευθυντής. Το θέμα πέρασε στον Τύπο, ότι η κακή προπονήτρια αδίκησε την καημένη την παίκτρια, αλλά η υπόλοιπη ομάδα εντυπωσιάστηκε. Τα κορίτσια κατάλαβαν αίφνης ότι δεν είναι άτρωτα, παρόλο που στο παρελθόν ήμασταν συμπαίκτριες.

Ο Josef, επίσης, με υπερασπιζόταν έναντι της συνεχούς υποτίμησής μου. Τα πρώτα χρόνια, κάθε φορά που πηγαίναμε στην Ουγγαρία ή την Πολωνία για διάφορα τουρνουά, συνέβαινε συχνά οι αντίπαλοι προπονητές να μην απευθύνονται καθόλου σε μένα. Πριν τα παιχνίδια, πήγαιναν να ανταλλάξουν χειραψία με τον Josef, θαρρείς κι εγώ ήμουν η γιατρός ή η μασέζ της ομάδας. Ο Josef θύμωνε πάντοτε και τους έδιωχνε λέγοντάς τους ότι εμένα έπρεπε να χαιρετήσουν.

Ή όπως εκείνη τη φορά που πήγα στην Ένωση Προπονητών για να υποστηρίξω ένα προπονητικό πρόγραμμα παρόντος του διάσημου προπονητή Pavel Petera. Είδε γραμμένο το όνομά μου στους ομιλητές και ακούσια είπε ότι το βρίσκει αστείο. Γέλασα μαζί του –δεν ξέρω καν γιατί αυτή η αντίδραση μου φάνηκε η πιο φυσιολογική– αλλά ο Josef έγινε έξαλλος.

Ο Petera κατάλαβε αμέσως το λάθος του. Ήξερε φυσικά ότι ήμουν εκεί και ότι δεν έπρεπε να πει κάτι τέτοιο φωναχτά. Ζήτησε συγγνώμη. Και καθώς αισθανόταν άσχημα για το περιστατικό, μου έκανε νεύμα ότι η παρουσίασή μου ήταν εξαιρετική. Δεν είχε, εξάλλου, τίποτα να μου προσάψει. Είχαμε δουλέψει το πρόγραμμά μας μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια.

Μετά από όλες αυτές τις εμπειρίες, κατάλαβα ότι δεν μπορώ να κάνω κάτι για αυτές τις αντιλήψεις, έτσι κι αλλιώς. Καθένας θα συνεχίσει να πιστεύει ότι ως γυναίκα δεν έχω το δικαίωμα να είμαι καλή προπονήτρια. Και ότι δεν ανήκω στον χώρο.

Με τον Jozef Smolek και την Iveta Bieliková από την εποχή της Ružomberok

Το πρώτο μετάλλιο πρωταθλήματος, το χάλκινο της σεζόν 1989-90, στηρίχθηκε στο γεγονός ότι με υποτίμησαν. Η σειρά για την τρίτη θέση παίχθηκε στις τρεις νίκες και ξεκινήσαμε με δύο παιχνίδια εκτός έδρας, στο Κόζιτσε. Φύγαμε από εκεί με προβάδισμα 2-0. Εφαρμόσαμε μια αστεία άμυνα ζώνης την οποία η γηπεδούχος ομάδα δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει, δεν μπορούσε να βάλει ούτε ένα καλάθι. Το βράδυ καθίσαμε με τους διαιτητές – ήταν τότε παράδοση. Πίστευαν ότι είχα υποχρέωση να πιω ένα ποτό μαζί τους, αφού μέναμε όλοι στο ίδιο ξενοδοχείο. Έκρινα ότι δεν έπρεπε να χαλάσω αυτή την παράδοση, για να μην σφυρίξουν εναντίον μας αργότερα. Αστειεύτηκαν εκείνη τη μέρα με το γεγονός ότι η ομάδα της Košice δεν κατάλαβε τίποτα. Και με ρώτησαν τί θα έπαιζα την επόμενη μέρα. "Την ίδια ζώνη", απάντησα. "Δεν το εννοείς αυτό…". "Γιατί όχι; Δεν θα μάθουν να παίζουν διαφορετικά μέσα σε ένα βράδυ".

Κι αυτό ακριβώς έγινε. Την επόμενη μέρα νικήσαμε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Και με πανομοιότυπο αποτέλεσμα, ένα τρελό σκορ 46-41, που δεν θα ξεχάσω ποτέ.

Μόνο τρεις μέρες μετά, όταν οι αντίπαλες δεν έκαναν μάλλον τίποτα άλλο από το να προπονούνται για το πώς θα αντιμετωπίσουν την άμυνά μας, αλλάξαμε το πλάνο μας στο εντός έδρας παιχνίδι και βαλθήκαμε να παίζουμε ατομική άμυνα. Στα τρία πρώτα λεπτά του παιχνιδιού το σκορ ήταν 16-2. Αυτό ήταν. Πνευματικά τις είχαμε τσακίσει.

Αυτό ήταν το πρώτο μου… μαγείρεμα. Μια κίνηση που οι αντίπαλοι δεν μπόρεσαν να προβλέψουν. Τότε ήταν που ο χώρος του μπάσκετ άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι πραγματικά μπορούσα να κάνω κάτι. Τον χρειάζεσαι τον τσαμπουκά ως προπονητής. Δεν μπορείς να εκπλήσσεις πάντα, αλλά πρέπει να προσπαθείς. Αρκετές φορές, σε κάποιες διοργανώσεις, οι καλές ομάδες μπορούν να χάσουν από πιο αδύναμες που τυχαίνει να είναι καλύτερα προετοιμασμένες.

Παρεμπιπτόντως, εκείνο το πρώτο ματς με τον Corno το έχασα. Όπως και αρκετά ακόμα παιχνίδια αργότερα. Αλλά κερδίσαμε με τη Ružomberok τον πρώτο τίτλο Ευρωλίγκας το 1999 με εκείνον αντίπαλο προπονητή.

Ειλικρινά, έμαθα.


Ιανουάριος 2020

Διάβασε ακόμη:

Μέρος δεύτερο: εδώ ~ Μέρος τρίτο: εδώ ~ Μέρος τέταρτο: εδώ

Σχόλια